Δευτέρα 22 Μαρτίου 2010

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ

Οδυσσέας Ελύτης, 15 χρόνια από τον θάνατό του (+18 Μαρτίου 1995)
18 Μαρτίου, 2010 — VatopaidiFriend

Με το όνομα Οδυσσέας Ελύτης, γεννιέται ένας νέος ποιητής.
Με το όνομα Οδυσσέας Ελύτης, γεννιέται ένας νέος ποιητής και οι πρώτοι του στίχοι, “Ο έρωτας, το αρχιπέλαγος”, είναι σαν να καθόριζαν ολόκληρο το μετέπειτα έργο του.

Όλη του η ποίηση στο μέλλον θα ξεχειλίζει από Αιγαίο και έρωτα, ενώ παράλληλα για πάρα…πολλά χρόνια μετεωρίζεται μεταξύ ελληνικότητας και ευρωπαϊκής σκέψης, μεταξύ υπερρεαλισμού και λυρισμού.

Άλλωστε, ποτέ δεν έκρυψε τη λατρεία του για τον Σολωμό, τον οποίο θεωρούσε τον “μεγάλο του δάσκαλο”, και τον Κάλβο.

Γεννημένος το 1911 στο Ηράκλειο της Κρήτης, το τελευταίο από τα έξι παιδιά του Παναγιώτη Αλεπουδέλη, σαπωνοποιού με καταγωγή από τη Λέσβο, όπως και η μητέρα τους Μαρία, το γένος Βρανά.

Ποιήματα γράφει με ψευδώνυμο από παιδί, στη “Διάπλαση των Παίδων”.

Δεινός αθλητής, μέχρι που μια αδενοπάθεια στα δεκάξι του τον καθηλώνει στο κρεβάτι για τρεις μήνες. Στρέφεται και αφοσιώνεται οριστικά στη λογοτεχνία.

Το 1928 μπαίνει στη Νομική Σχολή Αθηνών….

Το 1936 στο πλαίσιο της Α΄Διεθνούς Υπερρεαλιστικής Έκθεσης Αθηνών εκδηλώνει μια άλλη του αγάπη και δραστηριότητα, τη ζωγραφική σύνθεση μέσω του κολάζ, που αργότερα ονόμασε “συνεικόνες”.

Το 1939 εκδίδει την πρώτη του συλλογή “Προσανατολισμοί” και εντάσσεται ως ανθυπολοχαγός στη Διοίκηση Στρατηγείου Α΄Σώματος Στρατού, ιδιότητα με την οποία πολεμά το 1940 στο αλβανικό μέτωπο. Κινδυνεύει να πεθάνει, όταν προσβάλλεται από σοβαρό κρούσμα κοιλιακού τύφου και μεταφέρεται στο Νοσοκομείο Ιωαννίνων,ένα περιστατικό που τον στιγματίζει. Εν μέσω Κατοχής, τον Νοέμβριο του 1943, τυπώνει σε έξι χιλιάδες αντίτυπα το έργο “Ο Ήλιος ο πρώτος” μαζί με τις “Παραλλαγές πάνω σε μια αχτίδα”, έναν ύμνο στη χαρά της ζωής!

Με την απελευθέρωση δημοσιεύει το “Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο Ανθυπολοχαγό της Αλβανίας” αποτίοντας φόρο τιμής σε αυτούς που αγωνίστηκαν και έδωσαν τη ζωή τους στην Πίνδο.

Πρόκειται για ένα από τα πιο βιωματικά του έργα, γραμμένο σαν δημοτικό μοιρολόι σε ελεύθερο και δεκαπεντασύλλαβο στίχο, αλλά και με υπερρεαλιστικά στοιχεία.

Ποιητής και πατριώτης, έχοντας πολεμήσει στην πρώτη ζώνη πυρός, έχοντας πονέσει για την πατρίδα του, έχοντας δει με τα μάτια του το άδικο σφιχταγκάλιασμα συνομηλίκων του με τον θάνατο συνειδητοποιεί την κραυγαλέα αντίθεση και ταυτίζεται με το δράμα της πατρίδας του. Τον κάνει να καταλάβει ότι η μοίρα του ποιητή δεν μπορεί να είναι με τη μεριά του χρήματος και της εξουσίας.

Και αυτό γίνεται η μεγάλη αφορμή, το έναυσμα για ένα ποίημα “δέηση”.

Γεννιέται η ιδέα του “Άξιον Εστί”.

Ένα ποιητικό έργο σε μορφή εκκλησιαστικής λειτουργίας, μια εξιστόρηση του δράματος και των παθών του Ελληνισμού, ένας ύμνος στην Ελλάδα που θα χρειαστεί δέκα χρόνια για να ολοκληρωθεί.

Και το οποίο έμελλε σαν μια σύγχρονη λειτουργία, χάρη στη θεία μουσική του Μίκη Θεοδωράκη και τις κατανυχτικές φωνές των Γρηγόρη Μπιθικώτση και Μάνου Κατράκη, να εμπνεύσουν έναν ολόκληρο λαό…..

Στη διάρκεια της δικτατορίας απέχει από κάθε δημόσια εκδήλωση και ζει τον Μάη του ‘68 από κοντά, καθώς βρίσκεται εκείνη την εποχή στο Παρίσι…

Το 1974 δέχεται πρόταση από τον στενό του φίλο Κωνσταντίνο Καραμανλή να συμμετάσχει ως βουλευτής Επικρατείας στην πρώτη μεταπολιτευτική βουλή, κάτι που απορρίπτει, αλλά δέχεται τη θέση του προέδρου του διοικητικού συμβουλίου του ΕΙΡΤ.

Αρνείται να γίνει μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, αλλά το 1979 κατακτά τη σημαντικότερη διεθνή διάκριση που υπάρχει για λογοτέχνη. Του απονέμεται το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας και γίνεται ο ίδιος διάσημος και η σύγχρονη ελληνική ποίηση παγκοσμίως αναθεωρεί τη θέση της στον χάρτη των μεγάλων δημιουργών.

Ο κύκλος για τον σπουδαίο αυτό ποιητή κλείνει στις 18 Μαρτίου του 1995.

Πεθαίνει στο σπίτι του στην Αθήνα από ανακοπή καρδιάς.

Μέχρι την τελευταία στιγμή δεν παύει να γράφει και να προσφέρει στην ελληνική γραμματεία έργο υψηλού πνευματικού φρονήματος.


Aπόσπασμα από δημοσίευμα του Χρήστου Παρίδη στο περιοδικό ΕΙΚΟΝΕΣ

Τρίτη 9 Μαρτίου 2010

Νομίζουμε ότι θα είμαστε αιώνιοι, νομίζουμε ότι πάντα όλοι θα είναι εδώ για να πούμε και να κάνουμε ότι έχουμε παραλείψει στο πέρασμα του χρόνου.

Είναι δύσκολο να πούμε: συγνώμη, σ’ αγαπώ, σε χρειάζομαι, σε σκέφτομαι;

Γιατί; Δείχνει αδυναμία; Πιστεύουμε ότι ο αποδέκτης θα το «εκμεταλλευτεί» ή στην καλύτερη περίπτωση δεν θα το καταλάβει ή δεν θα νοιώθει το ίδιο; Μα ζούμε για να εκφράζουμε τα δικά μας συναισθήματα και όχι για να προκαταβάλουμε και τα συναισθήματα των άλλων. Αν εμείς είμαστε πραγματικοί σ’ αυτό που κάνουμε και πιστεύουμε, ο άλλος σίγουρα θα λάβει το μήνυμα.

Ας μην αφήνουμε κενά , που αργότερα θα τα κουβαλάμε και θα μας πληγώνουν, το τώρα είναι πολύ πιο σημαντικό από το κάποτε.

Σχέσεις ερωτικές – συγγενικές – φιλικές, που κάποια στιγμή «έχασαν» τον δρόμο τους και άρχισαν να θεωρούνται αυτονόητες, ας προσπαθήσουμε να τις ξαναζωντανέψουμε.

Ναι, ο σύντροφός μας, οι γονείς μας, οι φίλοι μας, τ’ αδέρφια μας, μας αγαπούν και νοιάζονται για εμάς. Το αυτονόητο μόνο; Γιατί να μην το κάνουμε περισσότερο ουσιαστικό δείχνοντάς το και με πράξεις που δεν θεωρούνται αυτονόητες; Που δεν χάνονται μέσα στις πράξεις της απλής καθημερινότητας;

Κάποια στιγμή μπορεί κάτι να μην πήγε καλά, κάποια στιγμή κάποιος μπορεί να αισθάνθηκε ότι είχε προνομιακή μεταχείριση έναντι κάποιου άλλου, ότι «πήρε» περισσότερη αγάπη κι ενδιαφέρον σε σχέση με κάποιον άλλο, ότι προσφέρει περισσότερα απ’ ότι λαμβάνει..

Μα οι πραγματικές και αληθινές σχέσεις δεν είναι «δούνε και λαβείν». Δεν υπάρχει ζυγαριά, τι έδωσες εσύ για να δώσω κι εγώ το αντίστοιχο.

Ναι, κάποια στιγμή στη διαδρομή σε μια ερωτική σχέση ο ένας μπορεί να έχει τη δυνατότητα να προσφέρει «κάτι παραπάνω». Μα και το να δέχεσαι είναι εξ’ ίσου δύσκολο με το να προσφέρεις.

Στην διαδρομή μιας φιλίας δεν μπορεί πάντα ο δρόμος να έχει το ίδιο μήκος για όλους. Η δύναμη όμως της αληθινής φιλίας είναι, αυτός που θα ξεφύγει για λίγο, πιο μπροστά να μπορεί ή να περιμένει τον φίλο ή να του δώσει το χέρι και να τον πάρει, να τον τραβήξει μαζί του.

Οι γονείς, μια μόνιμα παρεξηγημένη σχέση. Πάντα ξέρουν αυτοί το καλό μας κι εμείς είμαστε «ανίκανοι» να το δούμε και να το καταλάβουμε. Καβγάδες ατελείωτοι. Υπάρχει όμως έστω κι ένας που να πιστεύει ότι δεν μας αγαπάνε πραγματικά και ότι πράγματι δεν θέλουν το καλό μας; Με πιεστικό και λάθος τρόπο είναι η αλήθεια κάποιες φορές, αλλά με πραγματικό ενδιαφέρον και ανιδιοτέλεια.

Τ’ αδέρφια μεταξύ τους, «προαιώνια έχθρα» για το ποιος είναι ο αγαπημένος των γονιών, ποιος θ’ αγαπηθεί περισσότερο, ποιος είναι ο καλύτερος, ποιος θεωρείται η αδυναμία τους. Μα στην διαδικασία της ζωής είναι λογικό κάποιος να είναι πιο αδύναμος ή να έχει περισσότερη ανάγκη από προσοχή και βοήθεια, δε σημαίνει ότι ο άλλος δεν έχει το ίδιο μερίδιο αγάπης, ότι δεν έχει το ίδιο μερίδιο φροντίδας κι ενδιαφέροντος από τους γονείς. Απλά έτυχε να είναι πιο δυνατός και να το χρειάζεται λιγότερο σε κάποια δεδομένη στιγμή.

Γιατί λοιπόν θα πρέπει να χαθεί μια ουσιαστική ερωτική, συγγενική, φιλική ή αδερφική σχέση επειδή όλοι διεκδικούμε για τον εαυτό μας τον ρόλο του πρωταγωνιστή, με αποτέλεσμα αυτό να μας κάνει «ανίκανους» να εκφράζουμε συναισθήματα που καταπιέζουμε έναντι μιας ζήλιας, ενός παράπονου, μιας ανασφάλειας, ενός απωθημένου;

Μιλάμε για την μοναξιά της εποχής μας και η μοναξιά των προσωπικών μας σχέσεων τι γίνεται;;; Από ‘κει δεν ξεκινάνε όλα, για να φτάσουν στο ευρύτερο σύνολο;

Όλοι οι δικοί μας άνθρωπου είναι εδώ, για να τους πιάσουμε το χέρι και να τους πούμε: συγνώμη, σ’ αγαπώ, σε χρειάζομαι, σε σκέφτομαι, είμαι δίπλα σου.

Τώρα μπορούμε να το κάνουμε. Γιατί να χάσουμε την ευκαιρία;

Στο κάτω κάτω ας μετανιώσουμε για κάτι που κάναμε και είπαμε, παρά για κάτι που δεν κάναμε και δεν είπαμε, για κάτι που αφήσαμε μισό, για κάτι που αφήσαμε για αύριο…

Πηγή: greekmaster.gr