Σάββατο 12 Οκτωβρίου 2013

Μερσινίκι

Γιατί διάλεξα ως όνομα για το νέο μου ιστολόγιο τη λέξη "mersiniki.blogspot.com";

Τι είναι για μένα το Μερσινίκι;

Λοιπόν, αγαπητοί μου φίλοι, δεν είναι δυνατόν μια πρόσφυγας να επιλέξει άλλο από ένα όνομα οικείο, των παιδικών της χρόνων.

Το Μερσινίκι είναι ένα όνομα γλυκό για μένα. 

Η γενέθλια γη μου, το Λευκόνοικο, βρίσκεται καταμεσής του κάμπου της Μεσαορίας, αλλά λίγα λεπτά έξω από την κωμόπολή μας αρχίζουν οι πρόποδες του Πενταδάκτυλού μας. Εκεί βρίσκεται το Μερσινίκι. Στα μισά του δρόμου περίπου για το μπογάζι της Ακανθούς. Ακριβώς εκεί φαίνεται η θάλασσα του βορρά μας, από το κοίλωμα που κάνει το βουνό. Γιατί αυτό σημαίνει στα τούρκικα η λέξη μπογάζι-bogaz: λαιμός, στενό, πορθμός, δίαυλος.
Η θάλασσα του βορρά

Είναι το θαλασσινό αεράκι που μας μπατσίζει το πρόσωπο.



Είναι η δροσιά που έρχεται από τη θάλασσα. 

Είναι η ανάσα δροσιάς στην κάψα του καλοκαιριού. Κάποια βράδια του καλοκαιριού που δεν αντέχαμε τη ζέστη, ο παπάς μου μας έπαιρνε βόλτα μέχρι το Μερσινίκι για να δροσιστούμε. Τι αίσθημα ανακούφισης ήταν εκείνο, μόλις αναπνέαμε τον καθαρό αναζωογονητικό αέρα του βουνού. Σαν να βρισκόμασταν σε άλλη γη, σε έναν άλλο πλανήτη. Κι ακόμα, από το ανώι μας που ήταν διαμπερές, με δύο παράθυρα και δύο μπαλκόνια, το καλοκαίρι το παράθυρο του βορρά έφερνε το πιο δροσερό αεράκι κατευθείαν από το Μερσινίκι. Και τι δεν θα'δινα για να ξανακοιμόμουν σε αυτό το ανώι!  
Η πεδιάδα της Μεσαορίας
από το Μερσινίκι

Είναι μια όαση αγαπημένη.

Είναι οι θύμησες των παιδικών μου χρόνων, γλυκόπικρες.

Γλυκόπικρες, γιατί εδώ, όσα χρόνια έμεινε η ελληνική μεραρχία στην Κύπρο(1964-1967), κάθε χρόνο, τις παραμονές των Χριστουγέννων, μας έπαιρναν οι δάσκαλοί μας στο στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ που υπήρχε σ' αυτό το πολύ ειδυλλιακό μέρος, για να κεράσουμε γλυκά, να πάρουμε δώρα και να ψυχαγωγήσουμε με τα παιδικά μας τραγούδια τους τους Έλληνες φαντάρους και τους αξιωματικούς τους που έφτασαν εδώ για να υπερασπιστούν την τιμή και την αξιοπρέπεια της Κύπρου μας, μετά τις διακοινοτικές ταραχές, (την τουρκανταρσία) του 1963. Κι ήταν μεγάλη η χαρά μας και η εθνική συγκίνηση ταυτόχρονα για τούτο το ευτυχές συναπάντημα.  


Κι ύστερα, η ματαίωση και η διάψευση των ελπίδων, σαν αναγκάστηκε η Μεραρχία(10,000 άνδρες) που έστειλε ο Γέρος της Δημοκρατίας, ο Γεώργιος Παπανδρέου, να γυρίσει πίσω στην Ελλάδα, μετά από απαίτηση της Τουρκίας και ασφαλώς των Αμερικανών, που ήδη είχαν εγκαταστήσει τη δικτατορία στην Ελλάδα. Η Μεραρχία που με την άφιξή της ξύπνησε προαιώνιες μνήμες και σκόρπισε ρίγη εθνικής περηφάνιας μα και αισθήματα κακεντρέχειας σε άλλους, οι οποίοι συνεχώς καταφέρονταν εναντίον των Ελλήνων αδελφών μας με υποτιμητικά και κακόβουλα λιβελλογραφήματα.

Της Μεραρχίας που κατέστησε την Κύπρο στρατιωτικά επαρκή και άτρωτη από τις επιβουλές της άρπαγος γείτονος χώρας. Της μεραρχίας που με την άφιξή της η Κύπρος έμοιαζε οπλισμένη σαν αστακός και δεν την άγγιζαν οι λεονταρισμοί και οι βρυχηθμοί της Άγκυρας. Της Μεραρχίας που η άφιξή της στο νησί, πέρα από τα αισθήματα ασφάλειας και την αίσθηση ότι η Ελλάδα είναι δίπλα μας, όχι μόνο φραστικά αλλά και έμπρακτα, σηματοδοτούσε και μια νέα εποχή στις σχέσεις της υπεραντλαντικής δύναμης με την Ελλάδα. 

Πρέπει να το συνειδητοποιήσουμε: πρώτα οι Αμερικανοί έδωσαν το πράσινο φως για να έρθει ελληνικός στρατός στην Κύπρο, αλλά αφού δεν σταθήκαμε αντάξιοι της ιστορίας και της καταγωγής μας, και βρίσκαμε συνεχώς αφορμή για να λοιδορήσουμε και να ρίξουμε τη χολή μας εναντίον των "καλαμαράδων", τότε, αφού βαρέθηκαν τους παλιμπαιδισμούς και τις παλινωδίες μας, απότοκα πολιτικής ανωριμότητας και αβελτηρίας, αποφάσισαν να στείλουν τον τουρκικό στρατό.

Οι εφημερίδες της εποχής βρίθουν από τεκμήρια των όσων γράφω παραπάνω.

Το Μερσινίκι, όμως, για το Λευκόνοικο θυμίζει και μια τραγική ιστορία δυο νέων παιδιών, φίλων, της Ε' τάξης τότε του Γυμνασίου Λευκονοίκου, που την περίοδο της τουρκανταρσίας πήγαν να φυλάξουν το Λευκόνοικο από τους φανατικούς Τουρκοκύπριους κάποιων γύρω χωριών, γιατί, πρέπει να το ομολογήσω, υπήρχαν και τουρκοκυπριακά χωριά, όπως η Μελούντα, που οι άνθρωποί της ήταν εξαιρετικοί.

Εκεί, λοιπόν, στην εξαίσια σκηνογραφία του Μερσινικιού, όπως ξαγρυπνούσαν, βγάζοντας σκοπιά, μεταξύ σοβαρού και αστείου, ο ένας φίλος πάτησε τη σκανδάλη του όπλου του, που θαρρούσε πως δεν είχε σφαίρες μέσα, και σημάδεψε τον άλλο, τον κολλητό του, στην καρδιά. Έπεσε άπνους ο Μιχαλάκης, ο όμορφος γιος του πολιτευτή Νίκου Μακρίδη.

 Ο ακούσιος θύτης πήρε τα βουνά σε έξαλλη κατάσταση. Ο τραγικός πατέρας, μέσα στην οδύνη του, το κατάλαβε ότι ήταν δυστύχημα, λόγω της απειρίας των νέων στα όπλα. Ο φίλος του Μιχαλάκη, όμως, δεν ξαναφάνηκε στο Λευκόνοικο. Οι Ερινύες πρέπει να τον κυνήγησαν ανελέητα. Ποτέ δεν ξανάκουσα γι' αυτόν. Λες και τον κατάπιε η γης. Και η οικογένειά του, που ήταν από άλλο χωριό, έφυγε. Κάτι πήρε το αυτί μου για Αυστραλία...

Στα χρόνια του Γυμνασίου, στην επέτειο του θανάτου του Μιχαλάκη, πηγαίναμε στο κενοτάφιό του στο Μερσινίκι και καταθέταμε στεφάνι, όπως και σε έναν άλλο μαθητή του Γυμνασίου μας, τον Νίκο Σχοινιού από την Ακανθού, τον αδελφό του αγαπημένου ηθοποιού, που κι αυτός έπεσε στο Μερσινίκι από σφαίρα άλλου στρατιώτη.

Αυτό, φίλοι μου, είναι το Μερσινίκι! Το Μερσινίκι της καρδιάς μου! 

1 σχόλιο:

  1. Μνήμες συγκινητικές όπως όλα σου τα κείμενα που αφορούν την κατεχόμενη γη μας και ιδιαίτερα το αγαπημένο σου Λευκόνοικο. Γιατί όμως τόσο μικρές φωτογραφίες;

    ΑπάντησηΔιαγραφή