Γράμματα του Ιωάννη Συκουτρή από την Κύπρο(1922-1924)
Πάντα απολαμβάνω τις εκδόσεις του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τραπέζης(ΜΙΕΤ) και λόγω της θεματογραφίας, της ποιότητας και του υψηλού επιπέδου των εκδόσεων, αλλά και γιατί κι εμείς ανήκουμε στην ευρύτερη οικογένεια της Εθνικής.
Έτσι, ο σύζυγός μου φροντίζει να με εκπλήσσει με αυτά τα υπέροχα δώρα από το Μορφωτικό Ίδρυμα της Τράπεζας που για χρόνια τώρα αποτελεί το στήριγμά μας.
Το όνομα Ιωάννης Συκουτρής ανέκαθεν μου προξενούσε δέος, για την επιστημονική του κατάρτιση μα και για την τραγική του μοίρα. Δεν θυμάμαι πότε πρωτάκουσα το όνομά του, πάντως πριν από μια εικοσαετία περίπου, όταν ασχολήθηκα εντατικά με τους ελλαδίτες καθηγητές που υπηρέτησαν στην Κύπρο, ξεχώρισα τον Ιωάννη Συκουτρή, αδυνατώντας να πιστέψω ότι ένας άνθρωπος θα μπορούσε να κάνει τόσα πράγματα ταυτόχρονα. Χαλκέντερος και ακατάβλητος, εύστροφος, εργατικότατος, «ρέκτης» φιλόλογος, δεινός συζητητής, μια διάνοια με εμβρίθεια και βαθύνοια, αναγκάστηκε μετά το πέρας των σπουδών του να εργαστεί στην Κύπρο για να συντρέξει την οικογένειά του που είχαν ξεριζωθεί από τη Μικρασία. Ο πατέρας του είχε πεθάνει και η μητέρα και τα πέντε μικρότερα αδέλφια του ζούσαν πρόσφυγες στον Πειραιά
Από την Κύπρο έγραφε μακροσκελή γράμματα στους συμφοιτητές του, όπου άφηνε να ξεχυθούν τα συναισθήματα και οι εντυπώσεις του από το νησί μας, όχι και τόσο κολακευτικά. Τέτοια γράμματα βρήκε ο γνωστός Καθηγητής Φάνης Ι. Κακριδής στα κατάλοιπα της μητέρας του Όλγας Κομνηνού Κακριδή, προσεκτικά φυλαγμένα, που της είχε στείλει ο Ιωάννης Συκουτρής, όταν το 1922-24 δίδασκε ως καθηγητής φιλόλογος στο Ιεροδιδασκαλείο της Λάρνακας. Αυτά τα γράμματα εκδόθηκαν από το ΜΙΕΤ σε φιλολογική επιμέλεια του κ. Φάνη Κακριδή.
Ο Ιωάννης Συκουτρής μαζί με την Όλγα Κομνηνού σπούδαζαν στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών από το 1919 ως το 1922 και έκαναν παρέα ως Σμυρνιοί. Μάλιστα, συνήθιζαν να κάνουν εκδρομές σε αρχαιολογικούς χώρους, όπου όλα τα προετοίμαζε ο ίδιος, και από τους άλλους ζητούσε μόνο να επιλέξουν ένα αρχαίο ελληνικό όνομα, όπως ο ίδιος είχε επιλέξει το ψευδώνυμο Αντιφών, αφού κι ο ίδιος, όπως και ο αρχαίος ρήτορας ήταν απροσμάχητος στις συζητήσεις.
Στην αρχή έγραφε γράμματα για να διαβάζονται από όλους τους φίλους. Στα γράμματά του αυτά που συζητά και επιστημονικά θέματα, δεν προσέχει ιδιαίτερα τη γλώσσα, αφού γράφονται βιαστικά. Συνήθως ζητά να του στείλει η Όλγα διάφορα επιστημονικά συγγράμματα, απ’ όπου επιβεβαιώνεται ότι ορισμένοι καθηγητές στη δεκαετία του 1920 μεταφέρουν στην Κύπρο τις καινούργιες σοσιαλιστικές ιδέες.
Από τα γράμματά του φαίνεται ότι τον απασχολεί η μοναξιά που βιώνει στο νησί: «Θέλω να ζήσεις εδώ μέσα, δια να καταλάβεις ποίος υποφέρει περισσότερον. Η αλήθεια είναι ότι δεν έχω πολύν καιρόν, ώστε να το σκέπτομαι, αλλά υποφέρω».
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Ιωάννης Συκουτρής ήταν μια διάνοια μοναδική, ένας νους οξυδερκής, ιδεοπλάστης, που η παρουσία του στο νησί μας ήταν μεγάλη μας τιμή. Επιπρόσθετα, πρόσφερε τα μέγιστα στην πολιτιστική ζωή του νησιού μας, όπως και κάποιοι άλλοι Ελλαδίτες αλλά κυρίως Μικρασιάτες καθηγητές, που η δική τους προσφυγιά έγινε αφορμή για πολιτιστική αφύπνιση των αλύτρωτων Ελλήνων της Κύπρου.
Νιώθω ότι όλοι μας χρωστάμε πολλά σ’ αυτούς τους ταγούς, κυρίως σ’ αυτούς που παντρεύτηκαν εδώ και έδρασαν όλα τα χρόνια της ζωής τους. Μακάρι και ο Συκουτρής να έβλεπε με πιο θετική ματιά το νησί και τους ανθρώπους του και να έμενε εδώ. Ίσως, η κατάληξή του να ήταν διαφορετική. Όμως, απ’ ό,τι φαίνεται κι απ’ ό,τι ομολογεί και ο ίδιος, ήταν δύσκολος στην επικοινωνία του με τους ανθρώπους. Ήταν ο σκοτεινός, αιθεροβάμων διανοούμενος, της ελίτ του πνεύματος, που δεν έκανε εκπτώσεις και συμβιβασμούς. Γι’ αυτό και είχε λόγω του χαρακτήρα του συνεχείς προστριβές, δεν του άρεσε τίποτα και διακρινόταν και από μια πνευματική οίηση.
Ο ίδιος, εξάλλου, σε κάποιες στιγμές αυτοκριτικής, παραδέχεται ότι είναι «μισόκοσμος, υπερβολικός, κακός και καχύποπτος…, διότι έτσι έμαθα από τα παθήματα». Ο κ. Φάνης Κακριδής χαρακτηρίζει τη δυσκολία του να επικοινωνήσει ως «επικοινωνιακή αδεξιότητα».
Φαίνεται,όπως το ομολογεί και πάλιν ο ίδιος, ότι ένιωθε «μίαν παράδοξον ηδονήν» στο να εκτοξεύει μύδρους πότε εναντίον των κυπριακών εφημερίδων και πότε εναντίον προσώπων, όπως ο Μάγνης, ο οποίος θέλει να είναι αγαπητός σε όλους, όπως τον κατηγορεί. Όμως, ο Μάγνης είχε ό,τι ακριβώς έλειπε στον Συκουτρή. Επικοινωνιακές δεξιότητες τόσο απαραίτητες για την αρμονική συμβίωση.
Δεν μπορώ να παραλείψω την αίσθηση που ένιωθα, διαβάζοντας τις επιστολές, ότι υποτιμούσε σχεδόν τους πάντες, λόγω της υπεροχής του πνεύματός του, που ένιωθε ότι δεν μπορούσε να επικοινωνήσει, να συζητήσει, να τον καταλάβουν. Ενώ ήθελε να τον αγαπούν και να τον θαυμάζουν, υποφέρει γιατί δεν τον καταλαβαίνουν . Όμως, ο ίδιος δεν κάνει καμιά προσπάθεια, γι’ αυτό και επισημαίνει: «Δεν παύω να είμαι εις τον ψυχικόν μου κόσμον ξένος και μόνος»
Φαίνεται, όμως, ότι νοσταλγεί και πονά αφάνταστα για τη χαμένη του πατρίδα, πιέζεται από τις οικονομικές υποχρεώσεις απέναντι στην ορφανεμένη οικογένειά του και αγωνιά για το μέλλον πώς θα βρει λεφτά να συνεχίσει τις μεταπτυχιακές του σπουδές στη Γερμανία ή στην Αμερική. Παράλληλα, δεν κάνει καμιά υποχώρηση από τις εμμονές του, ενώ υποτιμά πολύ τις μορφωμένες κοπέλες του νησιού και χλευάζει όσους ελλαδίτες καθηγητές παντρεύονται ντόπιες κοπέλες για να αποκατασταθούν εδώ.
Δεν του αρέσει, επιπλέον, το κλίμα του σχολείου, «το διδασκαλικόν», ούτε το επίπεδο που το θεωρεί κατώτερο του δικού του, ενώ λαχταρά να αφοσιωθεί απερίσπαστος στη φιλολογία. Γι’ αυτό, αφού έχει ανοίξει αρκετά μέτωπα, λαχταρά πότε να φύγει από την Κύπρο, όπου δεν αισθάνεται άνετα.
Παρ’ όλ’ αυτά, όμως, δεν θέλει να φύγει από το νησί, χωρίς να το έχει ωφελήσει: «να δώσω μίαν ώθησιν εις την Σχολήν και τον τόπον». Τονίζει ότι για την οικονομική και πνευματική στασιμότητα της Κύπρου φταίει η « άστοργος διοίκησις».
Συμπερασματικά, ως Κύπρος πρέπει να ευγνωμονούμε τον Ιωάννη Συκουτρή για όσα μας πρόσφερε με τις διαλέξεις του, τη διδασκαλία του, τις μελέτες του, τη συγκέντρωση υλικού, τους δύο συλλόγους που είχε ιδρύσει, τα οργανωτικά του κλάδου των καθηγητών, τις μεταφράσεις του, και κυρίως για την κυκλοφορία του περιοδικού «Κυπριακά Χρονικά». Η εργατικότητά του παροιμιώδης. Γι΄ αυτήν ο κ. Φάνης Κακριδής παραθέτει τι έγραψε ένα μήνα πριν από την αυτοκτονία του:
«…είμαι τόσο δυστυχισμένος μέσα μου, ώστε μου χρειάζεται αυτό το μεθύσι της δραστηριότητας για να ξεχνώ ή μάλλον για να ξεχνιέμαι».
Η προσωπικότητα του Ιωάννη Συκουτρή, αυτού του εξαίρετου επιστήμονα, η πνευματική του πορεία και το τραγικό του τέλος εξακολουθούν να μας ενδιαφέρουν μετά από τόσα χρόνια…Είναι μεγάλο κρίμα που ένα τέτοιο πνεύμα έφυγε τόσο νωρίς. Είναι αδύνατο να φανταστούμε τι θα πρόσφερε στη φιλολογική επιστήμη, αν ζούσε μέχρι τα βαθιά γεράματα.
Ας είναι τούτη η αναφορά ένα μικρό μνημόσυνο στη μνήμη του!
Πάντα απολαμβάνω τις εκδόσεις του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τραπέζης(ΜΙΕΤ) και λόγω της θεματογραφίας, της ποιότητας και του υψηλού επιπέδου των εκδόσεων, αλλά και γιατί κι εμείς ανήκουμε στην ευρύτερη οικογένεια της Εθνικής.
Έτσι, ο σύζυγός μου φροντίζει να με εκπλήσσει με αυτά τα υπέροχα δώρα από το Μορφωτικό Ίδρυμα της Τράπεζας που για χρόνια τώρα αποτελεί το στήριγμά μας.
Το όνομα Ιωάννης Συκουτρής ανέκαθεν μου προξενούσε δέος, για την επιστημονική του κατάρτιση μα και για την τραγική του μοίρα. Δεν θυμάμαι πότε πρωτάκουσα το όνομά του, πάντως πριν από μια εικοσαετία περίπου, όταν ασχολήθηκα εντατικά με τους ελλαδίτες καθηγητές που υπηρέτησαν στην Κύπρο, ξεχώρισα τον Ιωάννη Συκουτρή, αδυνατώντας να πιστέψω ότι ένας άνθρωπος θα μπορούσε να κάνει τόσα πράγματα ταυτόχρονα. Χαλκέντερος και ακατάβλητος, εύστροφος, εργατικότατος, «ρέκτης» φιλόλογος, δεινός συζητητής, μια διάνοια με εμβρίθεια και βαθύνοια, αναγκάστηκε μετά το πέρας των σπουδών του να εργαστεί στην Κύπρο για να συντρέξει την οικογένειά του που είχαν ξεριζωθεί από τη Μικρασία. Ο πατέρας του είχε πεθάνει και η μητέρα και τα πέντε μικρότερα αδέλφια του ζούσαν πρόσφυγες στον Πειραιά
Από την Κύπρο έγραφε μακροσκελή γράμματα στους συμφοιτητές του, όπου άφηνε να ξεχυθούν τα συναισθήματα και οι εντυπώσεις του από το νησί μας, όχι και τόσο κολακευτικά. Τέτοια γράμματα βρήκε ο γνωστός Καθηγητής Φάνης Ι. Κακριδής στα κατάλοιπα της μητέρας του Όλγας Κομνηνού Κακριδή, προσεκτικά φυλαγμένα, που της είχε στείλει ο Ιωάννης Συκουτρής, όταν το 1922-24 δίδασκε ως καθηγητής φιλόλογος στο Ιεροδιδασκαλείο της Λάρνακας. Αυτά τα γράμματα εκδόθηκαν από το ΜΙΕΤ σε φιλολογική επιμέλεια του κ. Φάνη Κακριδή.
Ο Ιωάννης Συκουτρής μαζί με την Όλγα Κομνηνού σπούδαζαν στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών από το 1919 ως το 1922 και έκαναν παρέα ως Σμυρνιοί. Μάλιστα, συνήθιζαν να κάνουν εκδρομές σε αρχαιολογικούς χώρους, όπου όλα τα προετοίμαζε ο ίδιος, και από τους άλλους ζητούσε μόνο να επιλέξουν ένα αρχαίο ελληνικό όνομα, όπως ο ίδιος είχε επιλέξει το ψευδώνυμο Αντιφών, αφού κι ο ίδιος, όπως και ο αρχαίος ρήτορας ήταν απροσμάχητος στις συζητήσεις.
Στην αρχή έγραφε γράμματα για να διαβάζονται από όλους τους φίλους. Στα γράμματά του αυτά που συζητά και επιστημονικά θέματα, δεν προσέχει ιδιαίτερα τη γλώσσα, αφού γράφονται βιαστικά. Συνήθως ζητά να του στείλει η Όλγα διάφορα επιστημονικά συγγράμματα, απ’ όπου επιβεβαιώνεται ότι ορισμένοι καθηγητές στη δεκαετία του 1920 μεταφέρουν στην Κύπρο τις καινούργιες σοσιαλιστικές ιδέες.
Από τα γράμματά του φαίνεται ότι τον απασχολεί η μοναξιά που βιώνει στο νησί: «Θέλω να ζήσεις εδώ μέσα, δια να καταλάβεις ποίος υποφέρει περισσότερον. Η αλήθεια είναι ότι δεν έχω πολύν καιρόν, ώστε να το σκέπτομαι, αλλά υποφέρω».
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Ιωάννης Συκουτρής ήταν μια διάνοια μοναδική, ένας νους οξυδερκής, ιδεοπλάστης, που η παρουσία του στο νησί μας ήταν μεγάλη μας τιμή. Επιπρόσθετα, πρόσφερε τα μέγιστα στην πολιτιστική ζωή του νησιού μας, όπως και κάποιοι άλλοι Ελλαδίτες αλλά κυρίως Μικρασιάτες καθηγητές, που η δική τους προσφυγιά έγινε αφορμή για πολιτιστική αφύπνιση των αλύτρωτων Ελλήνων της Κύπρου.
Νιώθω ότι όλοι μας χρωστάμε πολλά σ’ αυτούς τους ταγούς, κυρίως σ’ αυτούς που παντρεύτηκαν εδώ και έδρασαν όλα τα χρόνια της ζωής τους. Μακάρι και ο Συκουτρής να έβλεπε με πιο θετική ματιά το νησί και τους ανθρώπους του και να έμενε εδώ. Ίσως, η κατάληξή του να ήταν διαφορετική. Όμως, απ’ ό,τι φαίνεται κι απ’ ό,τι ομολογεί και ο ίδιος, ήταν δύσκολος στην επικοινωνία του με τους ανθρώπους. Ήταν ο σκοτεινός, αιθεροβάμων διανοούμενος, της ελίτ του πνεύματος, που δεν έκανε εκπτώσεις και συμβιβασμούς. Γι’ αυτό και είχε λόγω του χαρακτήρα του συνεχείς προστριβές, δεν του άρεσε τίποτα και διακρινόταν και από μια πνευματική οίηση.
Ο ίδιος, εξάλλου, σε κάποιες στιγμές αυτοκριτικής, παραδέχεται ότι είναι «μισόκοσμος, υπερβολικός, κακός και καχύποπτος…, διότι έτσι έμαθα από τα παθήματα». Ο κ. Φάνης Κακριδής χαρακτηρίζει τη δυσκολία του να επικοινωνήσει ως «επικοινωνιακή αδεξιότητα».
Φαίνεται,όπως το ομολογεί και πάλιν ο ίδιος, ότι ένιωθε «μίαν παράδοξον ηδονήν» στο να εκτοξεύει μύδρους πότε εναντίον των κυπριακών εφημερίδων και πότε εναντίον προσώπων, όπως ο Μάγνης, ο οποίος θέλει να είναι αγαπητός σε όλους, όπως τον κατηγορεί. Όμως, ο Μάγνης είχε ό,τι ακριβώς έλειπε στον Συκουτρή. Επικοινωνιακές δεξιότητες τόσο απαραίτητες για την αρμονική συμβίωση.
Δεν μπορώ να παραλείψω την αίσθηση που ένιωθα, διαβάζοντας τις επιστολές, ότι υποτιμούσε σχεδόν τους πάντες, λόγω της υπεροχής του πνεύματός του, που ένιωθε ότι δεν μπορούσε να επικοινωνήσει, να συζητήσει, να τον καταλάβουν. Ενώ ήθελε να τον αγαπούν και να τον θαυμάζουν, υποφέρει γιατί δεν τον καταλαβαίνουν . Όμως, ο ίδιος δεν κάνει καμιά προσπάθεια, γι’ αυτό και επισημαίνει: «Δεν παύω να είμαι εις τον ψυχικόν μου κόσμον ξένος και μόνος»
Φαίνεται, όμως, ότι νοσταλγεί και πονά αφάνταστα για τη χαμένη του πατρίδα, πιέζεται από τις οικονομικές υποχρεώσεις απέναντι στην ορφανεμένη οικογένειά του και αγωνιά για το μέλλον πώς θα βρει λεφτά να συνεχίσει τις μεταπτυχιακές του σπουδές στη Γερμανία ή στην Αμερική. Παράλληλα, δεν κάνει καμιά υποχώρηση από τις εμμονές του, ενώ υποτιμά πολύ τις μορφωμένες κοπέλες του νησιού και χλευάζει όσους ελλαδίτες καθηγητές παντρεύονται ντόπιες κοπέλες για να αποκατασταθούν εδώ.
Δεν του αρέσει, επιπλέον, το κλίμα του σχολείου, «το διδασκαλικόν», ούτε το επίπεδο που το θεωρεί κατώτερο του δικού του, ενώ λαχταρά να αφοσιωθεί απερίσπαστος στη φιλολογία. Γι’ αυτό, αφού έχει ανοίξει αρκετά μέτωπα, λαχταρά πότε να φύγει από την Κύπρο, όπου δεν αισθάνεται άνετα.
Παρ’ όλ’ αυτά, όμως, δεν θέλει να φύγει από το νησί, χωρίς να το έχει ωφελήσει: «να δώσω μίαν ώθησιν εις την Σχολήν και τον τόπον». Τονίζει ότι για την οικονομική και πνευματική στασιμότητα της Κύπρου φταίει η « άστοργος διοίκησις».
Συμπερασματικά, ως Κύπρος πρέπει να ευγνωμονούμε τον Ιωάννη Συκουτρή για όσα μας πρόσφερε με τις διαλέξεις του, τη διδασκαλία του, τις μελέτες του, τη συγκέντρωση υλικού, τους δύο συλλόγους που είχε ιδρύσει, τα οργανωτικά του κλάδου των καθηγητών, τις μεταφράσεις του, και κυρίως για την κυκλοφορία του περιοδικού «Κυπριακά Χρονικά». Η εργατικότητά του παροιμιώδης. Γι΄ αυτήν ο κ. Φάνης Κακριδής παραθέτει τι έγραψε ένα μήνα πριν από την αυτοκτονία του:
«…είμαι τόσο δυστυχισμένος μέσα μου, ώστε μου χρειάζεται αυτό το μεθύσι της δραστηριότητας για να ξεχνώ ή μάλλον για να ξεχνιέμαι».
Η προσωπικότητα του Ιωάννη Συκουτρή, αυτού του εξαίρετου επιστήμονα, η πνευματική του πορεία και το τραγικό του τέλος εξακολουθούν να μας ενδιαφέρουν μετά από τόσα χρόνια…Είναι μεγάλο κρίμα που ένα τέτοιο πνεύμα έφυγε τόσο νωρίς. Είναι αδύνατο να φανταστούμε τι θα πρόσφερε στη φιλολογική επιστήμη, αν ζούσε μέχρι τα βαθιά γεράματα.
Ας είναι τούτη η αναφορά ένα μικρό μνημόσυνο στη μνήμη του!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου